«Ερωτευμένοι με το Jumbo» δηλώνουν όσοι πιλότοι είχαν την τύχη να πετάξουν ένα από τα πιο διαχρονικά αεροσκάφη μεγάλων αποστάσεων. ΄Ενας φίλος πιλότος της ΟΛΥΜΠΙΑΚΗΣ μου είχε πεί: «Εμπειρία μοναδική, ένα αεροσκάφος με τις ωραιότερες επιδόσεις που συνάντησα ποτέ εν πτήσει. Η σχέση με το Boeing 747 είναι σχεδόν ερωτική. Παρά το μέγεθός του επιδεικνύει τρομακτική ευελιξία και ακρίβεια, παρέχοντας ανεπανάληπτο αίσθημα ασφάλειας» .
Οποια εταιρεία και αν προτιμά κανείς -Boeing και Airbus, οι δύο βασικοί κατασκευαστές επιβατικών αεροπλάνων που έχουν εκ διαμέτρου αντίθετη φιλοσοφία στα αεροσκάφη τους- δεν υπάρχει πιλότος που να έχει βάλει τα χέρια του στο χειριστήριο του 747 και να μην έχει εντυπωσιαστεί. «Σ’ ένα δύσκολο περιστατικό το 747 με έβγαλε ασπροπρόσωπο, χωρίς ιδιαίτερο κόπο. Προσγειωνόμασταν στο αεροδρόμιο της Βοστώνης και ο διάδρομος ήταν παγωμένος. Κατεβάσαμε το αεροπλάνο, άγγιξε τον παγωμένο διάδρομο και παρά το μέγεθος και το βάρος του, δεν επηρεάστηκε καθόλου το αεροσκάφος από τις δυσχερείς συνθήκες στο έδαφος» περιγράφει ένας άλλος γνωστός πρώην πιλότος κ. Κωνσταντέλλος σε κάποια εφημερίδα.
«Η ναυαρχίδα»
Το πρώτο Jumbo που προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο του Ελληνικού και αποτελούσε ιδιοκτησία της Ολυμπιακής Αεροπορίας είχε αριθμό νηολογίου SX-OAB και εντάχθηκε στον στόλο της εταιρείας στις 7 Δεκεμβρίου του 1973. Το συγκεκριμένο αεροσκάφος ( ΟΛΥΜΠΙΟΣ ΖΕΥΣ) ήταν το πρώτο και μοναδικό που αγόρασε η Ολυμπιακή κατ’ ευθείαν από τον κατασκευαστή. Το αεροσκάφος πετούσε με το σήμα της Ολυμπιακής έως το 2002, οπότε και εγκαταλείφθηκε στο αεροδρόμιο του Ελληνικού στο οποίο βρίσκεται μέχρι σήμερα.
Το δεύτερο Boeing 747-200 (SX-OAC) αγοράστηκε μεταχειρισμένο από τη Singapore Airlines για να πετάξει για πρώτη φορά την 1η Σεπτεμβρίου του 1984. Την επόμενη χρονιά η Ολυμπιακή Αεροπορία προμηθεύτηκε δύο ακόμη αεροσκάφη αντίστοιχου τύπου (το SX-OAD και το SX-OAE), και τα δύο από τη Singapore Airlines. Το ένα εντάχθηκε στον στόλο της εταιρείας την 1η Απριλίου του 1985 και το δεύτερο λίγο πριν από τα Χριστούγεννα της ίδιας χρονιάς (23 Δεκεμβρίου). Τα ένα εκ των τεσσάρων Boeing 747, που διέθετε η Ολυμπιακή Αεροπορία, πωλήθηκε λίγο πριν από το 1999 στην αμερικανική εταιρεία TWA. Τι απέγιναν όμως αυτά τα θεωρούμενα ως ναυαρχίδες του στόλου της Ολυμπιακής και τα γνωστά και ως «καμάρια» της αεροπορικής αγοράς;
Αξεπέραστος σχεδιασμός
Στις αρχές του 1999 ξεκίνησε η αντικατάσταση των 747 από τον ανταγωνιστή, το αντίστοιχο δηλαδή αεροσκάφος που κατασκεύασε η ευρωπαϊκή Airbus. Η Ολυμπιακή είχε ξεκινήσει την προμήθεια τεσσάρων Α340. Στις αρχές του έτους (1999) ο εθνικός αερομεταφορέας παρέλαβε δύο Airbus Α340 τα οποία διπλασίασε τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου.
Το Boeing 747 πέταξε για πρώτη φορά τον Φεβρουάριο του 1969 και θεωρείται από τους πιο πετυχημένους σχεδιασμούς παρά την ηλικία του: σχεδιάστηκε στα τέλη της δεκαετίας του ’60. Στην κατηγορία του (μεγάλων αποστάσεων, widebody ατράκτου) θεωρείται από τα πιο όμορφα, συμμετρικά αεροσκάφη, ενώ είναι και από τα πιο εύκολα αναγνωρίσιμα ακόμη και στο πιο άπειρο μάτι, λόγω της στρογγυλεμένης όψης του.
Παρά το γεγονός ότι σχεδιάστηκε πριν από περίπου 40 χρόνια θεωρείται διαχρονικό μοντέλο. Η πρώτη του εμπορική πτήση έλαβε χώρα στις 22 Ιανουαρίου του 1970 με τα χρώματα της Pan Am. Σήμερα, η εξέλιξή του,το 747-400, συγκαταλέγεται στα ταχύτερα αεροσκάφη καθώς αναπτύσσει ταχύτητα 913 χλμ./ώρα και έχει χωρητικότητα 416 ή 524 θέσεων σε δύο διαφορετικές εκδόσεις. Η επόμενη γενιά ήδη σχεδιάζεται, είναι το 747-8 και αναμένεται να κυκλοφορήσει το 2011.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου